1. ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ



1.1. Μορφές παθολογικής συμπεριφοράς

Οι πιο συνήθεις μορφές της παθολογικής συμπεριφοράς του ανθρώπου εντάσσονται στις εξής τέσσερις μεγάλες διαγνωστικές κατηγορίες:
α) νευρώσεις
β) ψυχώσεις
γ) διαταραχές αγωγής
δ) νοητικές ανεπάρκειες

1.2. Νευρώσεις

 
Οι νευρώσεις είναι ελαφράς μορφής ψυχικές διαταραχές με κύριο χαρακτηριστικό τους το υπερβολικό άγχος, δηλ. μια έντονη διαρκή εσωτερική ανησυχία. Το νευρωσικό άτομο δεν χάνει την επαφή του με την πραγματικότητα, αλλά για να μην βιώνει τις δυσάρεστες συνέπειες του άγχους, αποφεύγει να συζητάει ορισμένα θέματα ή να επικοινωνεί με άλλους ανθρώπους ή να πλησιάζει ορισμένους χώρους ή αντικείμενα κλπ. Αν και αναγνωρίζει ότι πρόκειται για παράλογες εκδηλώσεις του, εντούτοις η επιστράτευση της λογικής δεν του επιφέρει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, ενώ το ανακουφίζει μόνον η απομάκρυνση από τις αιτίες και τις συνθήκες που του προξενούν άγχος.
Τα είδη των νευρώσεων είναι τα εξής:
α) Αγχώδης νεύρωση: αόριστος, αιωρούμενος και γενικευμένος φόβος που μπορεί να ενταθεί ως τον πανικό, μια κατάσταση αδιάλειπτης ανησυχίας, ένας μόνιμος διάχυτος φόβος που διαποτίζει κάθε ενέργεια του ατόμου,
β) Φοβίες: κάτι ενδιάμεσο μεταξύ φόβου και άγχους, έντονος φόβος μπροστά σε ορισμένα ερεθίσματα ή καταστάσεις που δεν προέρχονται από πραγματική αιτία (π.χ. ακροφοβία, αγοραφοβία, κλειστοφοβία κλπ.),
γ) Νευρωσική κατάθλιψη: υπερβολική ευαισθησία σε δυσάρεστα γεγονότα που δημιουργεί βαθιά και παρατεταμένη απελπισία, έντονη μελαγχολική κατάπτωση,
δ) Ιδεο-ψυχαναγκαστική νεύρωση: έμμονες ιδέες, επίμονη επανάληψη κατά τρόπο τελετουργικό μιας σειράς στερεότυπων ενεργειών,
ε) Υποχονδρίαση: διαρκής ενασχόληση με θέματα σωματικής υγείας, συνεχής ανησυχία λόγω φόβου για κάποια ασθένεια και αγωνιώδης αναζήτηση τρόπων προς αποφυγή του χειρότερου,
στ) Ψυχοσωματικές διαταραχές: σωματοποιημένες διεργασίες – οργανονευρώσεις με κύριο στοιχείο τον πόνο, περιλαμβάνουν οργανικά συμπτώματα (π.χ. άσθμα, στομαχόπονος, πονοκέφαλος, ζάλη, κόπωση, έλκος κλπ.) που έχουν ως γενεσιουργό τους αίτιο κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα,
ζ) Υστερική νεύρωση: σε βαριές περιπτώσεις προκαλεί την εκδήλωση σοβαρών σωματικών συμπτωμάτων, όπως ολική ή μερική αχρηστία οργάνων ή μελών του σώματος (π.χ. υστερική τύφλωση, υστερική κώφωση, υστερική αλαλία, υστερική ανοσμία, υστερική ανορεξία, υστερική παράλυση, υστερική αμνησία κλπ.) χωρίς όμως να υπάρχει αντίστοιχη οργανική βλάβη.

1.3. Ψυχώσεις


Οι ψυχώσεις είναι οι πιο βαριές μορφές ψυχικών διαταραχών, στις οποίες το ψυχωσικό άτομο χάνει την επαφή του με την πραγματικότητα, καθώς διεγείρεται περισσότερο από εσωτερικές καταστάσεις, υπακούει σε μια εξωπραγματική λογική και ζει στον δικό του κόσμο, ενώ παρουσιάζει επίσης ένα είδος νοητικής σύγχυσης και έχει συχνά απρόσφορες ή ανορθόδοξες συναισθηματικές αποκρίσεις.
 

Οι ψυχώσεις διακρίνονται σε:
i) οργανικές (όταν οφείλονται σε οργανικό αίτιο, ιστοπαθολογική αλλοίωση, π.χ. τραύμα, ορμονικές διαταραχές, αρτηριοσκλήρυνση κλπ.) και
ii) λειτουργικές (όταν δεν προέρχονται από σαφώς διαγνωσμένη οργανική αιτία, αλλά μπορούν να αποδοθούν σε ψυχοκοινωνικά αίτια).
Τα είδη των ψυχώσεων είναι τα εξής:
α) Σχιζοφρένεια: περιλαμβάνει διαταραχές στην σκέψη (παρερμηνείες, ψευδαισθήσεις, παραληρηματικές ιδέες), στο συναίσθημα (αμφίθυμες καταστάσεις, υποτονικό θυμικό, απρόσφορες συναισθηματικές αποκρίσεις) και στην κινητική – πραξιακή συμπεριφορά (αδράνεια, εσωστρέφεια, απόσυρση, παλινδρόμηση σε παιδικά πρότυπα συμπεριφοράς, παραδοξότητα),
β) Παράνοια: επίμονες ιδεοληψίες και παραληρηματικές ιδέες γύρω από ένα κεντρικό θέμα (π.χ. μεγαλείου, ζηλοτυπίας, καταδίωξης κλπ.), που αποτελούν ένα πλήρες σύστημα καλά μελετημένο, συστηματοποιημένο, χωρίς κενό και ασυνέπειες, με έντονη λογικότητα, ετοιμότητα και αισθαντικότητα από το ίδιο το άτομο, αλλά με επιλεκτική ερμηνεία των γεγονότων,
γ) Μανία-Μελαγχολία: περιοδική εμφάνιση ακραίων συναισθηματικών καταστάσεων αφενός με πλεονάζουσα συναισθηματική έξαρση και αφετέρου με καταθλιπτική κατάπτωση. Όταν διαδέχονται η μία την άλλη περιοδικά, τότε ονομάζεται μανιο-καταθλιπτική ψύχωση, ενώ όταν επαναλαμβάνεται η μία μόνο φάση, τότε λέγεται μονοφασική ψύχωση (διαλείπουσα μανία ή διαλείπουσα μελαγχολία). Στην μανία παρατηρείται ζωηρή έκφραση, θυμική έξαρση (π.χ. ευθυμία, φλυαρία), υπερεκτίμηση του Εγώ, ιδεόρροια-λογόρροια, υπερκινητικότητα, αύξηση ερωτικής επιθυμίας. Αντίθετα στην μελαγχολία παρατηρείται αθυμία, κατήφεια, παραμελημένη εμφάνιση, αναποφασιστικότητα, ευσυγκινησία, πτωχεία και λίμνασμα ιδεών, ανορεξία και απώλεια βάρους, μειωμένη κινητικότητα (έως εμβροντησία), συναίσθημα αναξιότητας και ενοχής, τάσεις αυτοκαταστροφής, αναφροδισία και σεξουαλική ανικανότητα.

1.4. Διαταραχές αγωγής


Οι διαταραχές αγωγής είναι αντικοινωνικές μορφές έκφρασης των εσωτερικών ενορμήσεων και επιθυμιών του ατόμου, οι οποίες περιλαμβάνουν πράξεις που συστηματικά αντίκεινται στο ηθικό, στο κοινωνικό καθιερωμένο και στην έννομη τάξη. Σε αντίθεση με τις νευρώσεις και τις ψυχώσεις, οι οποίες αποτελούν ενδοτροπικές διαταραχές που ζημιώνουν το ίδιο το άτομο), οι διαταραχές αγωγής έχουν παθολογική απόκλιση παρορμητική – αντικοινωνική που ζημιώνει κυρίως τους άλλους.

Τα είδη των διαταραχών αγωγής είναι τα εξής:
α) Ψυχοπαθητική προσωπικότητα: με συμπεριφορά που καθορίζεται εξολοκλήρου από τις δικές του επιθυμίες, ενεργεί παρορμητικά, επιδιώκει άμεση ικανοποίηση ορέξεων και επιθυμιών του χωρίς να νιώθει κανέναν ηθικό φραγμό, δείχνει παντελή αδιαφορία για τους άλλους και πλήρη περιφρόνηση για τους κοινωνικούς κανόνες. Προβαίνει συστηματικά σε αντικοινωνικές πράξεις (π.χ. ψεύδεται, κλέβει, βασανίζει, ληστεύει, δολοφονεί κ.ά.) χωρίς μεταμέλεια ή ενοχή,
β) Ψυχοσεξουαλικές διαταραχές:  με κυριότερες μορφές:
i) σεξουαλική αναποτελεσματικότητα (π.χ. ανεσταλμένη  σεξουαλική επιθυμία, σεξουαλική ψυχρότητα, αδυναμία στύσης, ανεσταλμένος οργασμός, πρόωρη εκσπερμάτωση κ.ά.),
ii) παραφιλίες (π.χ. φετιχισμός, παρενδυσία, παιδεραστία, επιδειξιομανία, ηδονοβλεψία, μαζοχισμός, σαδισμός κ.ά.),
iii) διαταραχές της φυλετικής ταυτότητας (π.χ. η φιλονοφυλία, δηλ. αδυναμία αποδοχής του φύλου του και εμμονή σε διφυλικότητα - τρανσεξουαλισμό, η διαταραχή της φυλετικής ταυτότητας κατά την παιδική ηλικία κ.ά.),
γ) Τοξικομανίες: ακατανίκητη επιθυμία για χρήση συνεχώς μεγαλύτερων ποσοτήτων από διάφορες τοξικές χημικές ουσίες - ναρκωτικά με έκδηλα τα συμπτώματα εθισμού.

1.5. Νοητικές ανεπάρκειες


Οι νοητικές ανεπάρκειες χαρακτηρίζονται από  ελλιπή ανάπτυξη των γνωστικών ικανοτήτων και μειωμένη ικανότητα προσαρμογής στις συνήθεις για την ηλικία του αναπτυξιακές απαιτήσεις. Ορισμένες μορφές τους συνοδεύονται από κλινικά σύνδρομα, όπως την μογγολική ιδιωτεία (σύνδρομο Down), την υδροκεφαλία και την μικροκεφαλία.

Οι νοητικές ανεπάρκειες διακρίνονται (για εκπαιδευτικούς σκοπούς) σε:
α) εκπαιδεύσιμοι: η ελαφρότερη μορφή νοητικών καθυστερημένων ατόμων που έχουν την ικανότητα να εκπαιδευθούν και να αφομοιώνουν σχολικές γνώσεις και δεξιότητες σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην θεωρούνται αναλφάβητοι,
β) ασκήσιμοι: η μεσαία βαθμίδα νοητικώς καθυστερημένων που δεν έχουν την ικανότητα να αποκτήσουν ούτε τις στοιχειώδεις σχολικές γνώσεις, αλλά μπορούν να ασκηθούν και να αποκτήσουν τις βασικές δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης, και να απασχολούνται παραγωγικά στα πλαίσια της οικογένειας ή σε ειδικά προστατευτικά εργαστήρια,
γ) ιδιώτες: η βαρύτερη μορφή νοητικώς καθυστερημένων ατόμων που δεν μπορούν να επωφεληθούν από την σχολική μάθηση ή άσκηση και δεν έχουν την ικανότητα να μάθουν ούτε τις απαιτούμενες για αυτοεξυπηρέτηση ατομικές δεξιότητες.